1ο Ερευνητικό Πρόγραμμα >> Αποτελέσματα >> Έρευνα Καταναλωτή







 

 
 

 


 


Α. ΕΡΕΥΝΑ ΣΕ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΚΛΙΜΑΚΑ

1. Σκοπός της έρευνας

2. Ταυτότητα και τεχνικά χαρακτηριστικά της έρευνας
3. Κυριότερα ευρήματα
 
 
 

 

 

B. ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ANA NOMO ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

 
 
 

 

Α. ΕΡΕΥΝΑ ΣΕ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΚΛΙΜΑΚΑ

 

1. Σκοπός της έρευνας


Ο σκοπός της έρευνας είναι να προσφέρει σημαντική πληροφορία σχετικά με τις αγοραστικές συνήθειες των Ελλήνων απέναντι στα τρόφιμα, σε τρεις άξονες:

1. Περιγραφή των συχνοτήτων και του τόπου αγοράς τροφίμων (τι και από που αγοράζεται) στην κατεύθυνση του ορισμού ενός τυπικού «καλαθιού της νοικοκυράς». Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι το «καλάθι» αυτό περιέχει, εκτός από τα τυπικά προϊόντα του Ελληνικού δίαιτολόγιου, ορισμένα νεωτεριστικά τρόφιμα, όπως τα βιολογικά, τα παραδοσιακά (π.χ. προϊόντα ΠΟΠ, αρωματικά φυτά κλπ.) και τα καινοτόμα ή βιομηχανικά τρόφιμα (π.χ. λειτουργικά τρόφιμα).
2. Περιγραφή των κριτήριων αγοράς τροφίμαν, τόσο μέσω επίλογής από λίστα όσο και με ελεύθερη αναφορά από τον ερωτώμενο,  και
3. Περιγραφή της γνώσης και της προθυμίας πληρωμής για ποιοτικά τρόφιμα (π.χ. βιολογικά και ΠΟΠ).

Η γνώση των παραπάνω αγοραστικών συνηθειών στα πλαίσια των ευρύτερων στόχων του Προγράματος είναι ιδιαίτερα σημαντική, διότι συνδυαζόμενη με τα ευρήματα άλλων παράλληλων ερευνητικών φάσεων που απευθύνονται στην πρωτογενή παραγωγή (Έλληνες καπνοπαραγωγοί σε 8 Νομούς) και την εμπορία (κανάλια διανομής και λιανεμπόριο τοπικά στους 8 Νομούς και πανελλήνια) μπορεί να οδηγήσει στην εκπόνηση ολοκληρωμένων στρατηγικών αναδιάρθρωσης της καλλιέργειας του καπνού με άλλες ανταγωνιστικές καλλιέργειες, οι οποίες να εμφανίζουν έντονη δυναμική κατανάλωσης σε τοποκό και εθνικό επίπεδο.

 

2. Ταυτότητα και τεχνικά χαρακτηριστικά της έρευνας


Η έρευνα καταναλωτή σε πανελλήνια κλίμακα εξέτασε το λεπτομερές προφίλ των συμμετεχόντων ως προς την επαγγελματική τους απασχόληση, το μορφωτικό επίπεδο, την οικογενειακή κατάσταση, τον αριθμό τέκων, το φύλο και την ηλικία, το εισόδημα και την περιοχή κατοικίας. Συνολικά, το δείγμα ήταν τυχαίο και στρωματοποιημένο, αποτελούνταν από 997 νοικοκυρία και σε αυτό περιλαμβάνονταν οι υπεύθυνοι για την αγορά τροφίμων σε κάθε νοικοκυριό. Κατά συνέπεια, περισσότερο από το 80% του δείγματος ήταν γυναίκες, ηλικίας 18 ετών και άνω. Συνολικά, το δείγμα ήταν αντιπροσωπευτικό του γυναικείου πληθυσμού της χώρας σε σχέση με τη γεωγραφική του κατανομή.
Η έρευνα διεξήχθη από εταιρεία ερευνών αγοράς της Αθήνας. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν μέσω δομημένου ερωτηματολογίου που αναπτύχθηκε από την ερευνητική ομάδα του Παν/μιου Ιωαννίνων. Τα ερωτηματολόγια συμπληρώθηκαν από το προσωπικό της εταιρείας ερευνών αγοράς μέσω κατά τόπους τυχαίων επισκέψεων στην κατοικία του κάθε νοικοκυριού που αποδέχονταν τη συμμετοχή του στην έρευνα, μέχρι συμπληρώσεως του προκαθορισμένου αριθμού ερωτηματολογίων  (997) βάσει των αντίστοιχων προδιαγραφών του δείγματος. Ο τρόπος συμπλήρωσης του ερωτηματολογίου ήταν μέσω προσωπικών συνεντεύξεων με τον κάθε ερωτώμενο.

top

 

3. Κυριότερα ευρήματα


 

I. Συχνότητα και τόπος αγοράς κανάλια των προϊόντων

 

Στη συνέχεια παρουσιάζονται τα ευρήματα της έρευνας καταναλωτή στο πανελλήνιο δείγμα πληθυσμού που περιγράφηκε παραπάνω, για την αγοραστική συμπεριφορά, τη συχνότητα και τον τόπο αγοράς συγκεκριμένων τροφίμων (συνολικά 60), ταξινομημένων σε τέσσερις κατηγορίες: κοινά τρόφιμα του τυπικού διαιτολόγιου του Ελληνικού νοικοκυριού (24 προϊόντα), βιολογικά τρόφιμα (15 προϊόντα), τρόφιμα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) ή γνωστής γεωγραφικής προέλευσης (16 προϊόντα) και τέλος, άλλες κατηγορίες τροφίμων (5 τρόφιμα).
Τα αποτελέσματα κατέδειξαν πως από τα συμβατικά τρόφιμα (24 προϊόντα), τα πιο συχνά αγοραζόμενα από τα νοικοκυριά του πανελλήνιου δείγματος είναι, όπως αναμενόταν, τα βασικά τρόφιμα της δίαιτας του μέσου Ελληνικού νοικοκυριού: φρούτα (πορτοκάλια 58,2% του δείγματος, μήλα 56,9%) και λαχανικά (ντομάτα 72,1%, μαρούλι 48,3%), παστεριωμένο («φρέσκο») γάλα (82,1%), ψωμί (90,8%), τυρί φέτα (65%), ζυμαρικά (61,6%), κρεατικά (κοτόπουλο 47,5%, μοσχάρι 41,8%, χοιρινό 35,6%), καθώς και ορισμένα τυποποιημένα τρόφιμα (π.χ. ψωμί σε φέτες: 27,0%). Με μικρότερη συχνότητα αγοράς ακολουθούν τρόφιμα όπως: αυγά, ψάρια χαμηλής τιμής (π.χ. γαύρος),
εμφιαλωμένο νερό, ημίσκληρα τυριά (γραβιέρα) κλπ.
Για τα βιολογικά τρόφιμα που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα (15 προϊόντα), οι συχνότητες αγοράς ήταν πολύ μικρότερες, όπως επίσης αναμενόταν. Τα πιο συχνά αγοραζόμενα βιολογικά τρόφιμα σε πανελλήνιο επίπεδο είναι: οι βιολογικές ντομάτες (5,2% του δείγματος), τα βιολογικά μήλα (2,1%), τα βιολογικά πορτοκάλια (1,9%), ο βιολογικός τοματοπολτός (1,9%), το βιολογικό μαρούλι (1,5%) και ακολουθούν με χαμηλότερη συχνότητα (αλλά με ποσοστό άνω του 1%) τα βιολογικά κοτόπουλα, το χοιρινό ελευθέρας βοσκής, τα βιολογικά αυγά, τα βιολογικά ζυμαρικά και το βιολογικό γάλα. Παρατηρείται λοιπόν, πως τα συχνότερα αγοραζόμενα βιολογικά τρόφιμα αποτελούν την βιολογική εκδοχή των αντίστοιχων συμβατικών.
Στα τρόφιμα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) ή γνωστής γεωγραφικής προέλευσης που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα (16 προϊόντα), οι συχνότητες αγοράς ήταν μικρότερες των συμβατικών, αλλά πολύ μεγαλύτερες των αντίστοιχων βιολογικών τροφίμων. Τα πιο συχνά αγοραζόμενα τρόφιμα ΠΟΠ σε πανελλήνιο επίπεδο ήταν οι ελιές Καλαμάτας (24,1% του δείγματος), τα μήλα Ζαγοράς Πηλίου (17,7%), οι κόκκινες πιπεριές Φλωρίνης (15,9%), οι πατάτες Κάτω Νευροκοπίου Δράμας (13,4%), τα Κρητικά παξιμάδια (12,9%), το μανούρι ΠΟΠ (10,5%) και ακολουθούν με αξιομνημόνευτα ποσοστά οι φράουλες Αγρινίου, οι ελιές Αγρινίου, η γραβιέρα ΠΟΠ κ.λπ.
Τέλος, σε σχέση με τις άλλες κατηγορίες τροφίμων (5 προϊόντα), σημαντικές συχνότητες αγοράς αναδείχθηκαν από την έρευνα για το τσάι του βουνού και τη ρίγανη (17,9% και 22,5% του δείγματος αντίστοιχα). Αντίθετα, τα λειτουργικά τρόφιμα που επιλέχθηκαν στην παρούσα έρευνα (π.χ. εμπλουτισμένο γάλα και χυμός ή αυγά με Ω-3 λιπαρά) σημείωσαν ελάχιστη συχνότητα αγοράς («σπανιότερα από 1 φορά το μήνα»). 
Για τα κανάλια διανομής και τα σημεία πώλησης των 60 τροφίμων που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα, αξίζει να σημειωθεί ότι:
Στα συμβατικά τρόφιμα (24 προϊόντα):

    • στις αγορές κρέατος και ψωμιού κυριαρχούν τα καταστήματα «της γειτονιάς»
    • στις αγορές φρούτων και λαχανικών κυριαρχούν οι λαϊκές/κεντρικές αγορές
    • τις αγορές νωπών ψαριών κυριαρχούν από κοινού τα καταστήματα της γειτονιάς και οι λαϊκές/κεντρικές αγορές
    • κυριαρχία των σουπερμάρκετ εμφανίζεται στις αγορές ζυμαρικών («κύρια αγορά» για το 91% του δείγματος) και ψωμιού για τοστ (92%), αλλαντικών (90%), τοματοπολτού (90%), φέτας (85%), γραβιέρας (87%), εμφιαλωμένου νερού (84%), γάλακτος (78%), ελαιόλαδου (67%), κατεψυγμένων ψαριών (66%), μελιού (63%) και αυγών (59%).
    •  κυριαρχία από κοινού των καταστημάτων της γειτονιάς και των σουπερμάρκετ εμφανίζεται στις αγορές κρασιού («κύρια αγορά» 33% και 55% του δείγματος αντίστοιχα

Για τα βιολογικά τρόφιμα (15 προϊόντα) :

    • χοιρινό ελευθέρας βοσκής και κοτόπουλο αγοράζονται ως «κύρια αγορά» από διάφορα κανάλια διανομής, όπως ειδικά καταστήματα (27% των αγοραστών βιολογικών προϊόντων για χοιρινό και 41% για κοτόπουλο), σουπερμάρκετ (26% για χοιρινό και 25% για κοτόπουλο), καταστήματα γειτονιάς (24% για χοιρινό και 16% για κοτόπουλο) και λαϊκές αγορές (10% για χοιρινό και 16% για κοτόπουλο).
    • φρούτα και λαχανικά αγοράζονται κυρίως από ειδικά καταστήματα (π.χ. μήλα 44% των αγοραστών, πορτοκάλια 41%, ντομάτες 32%, μαρούλι 22%), αν και ο ρόλος των σουπερμάρκετ είναι αξιοσημείωτος (π.χ. μήλα 25%, πορτοκάλια 29%, ντομάτες 22% και μαρούλι 23%).
    • ζυμαρικά αγοράζονται τόσο από ειδικά καταστήματα (44% των αγοραστών), όσο και από σουπερμάρκετ (40% των αγοραστών)
    • Γάλα, ψωμί, ελαιόλαδο, τοματοπολτός, φέτα, κρασί, αλλαντικά και αυγά αγοράζονται κυρίως από σουπερμάρκετ («κύρια αγορά» 53%, 52%, 55%, 47%, 73%, 54%, 100% και 47% των αγοραστών ανά προϊόν αντίστοιχα), αν και για ορισμένα από αυτά οι αγορές σε ειδικά καταστήματα είναι σημαντικές (γάλα 28%, ψωμί 34%, τοματοπολτός 31%, φέτα 27%, κρασί 46% και αυγά 30% των αγοραστών ανά προϊόν).

Στα τρόφιμα ΠΟΠ ή γνωστής γεωγραφικής ένδειξης (16 προϊόντα) 1:

    • κυριαρχία των καταστημάτων «της γειτονιάς» εμφανίζεται σε σχέση με τις αγορές ΠΟΠ κρέατος (π.χ. «κύρια αγορά» αμνοεριφίων Αιτωλοακαρνανίας 63% των αγοραστών του προϊόντος)
    • κυριαρχία των λαϊκών/κεντρικών αγορών εμφανίζεται σε σχέση με τις αγορές φρούτων και λαχανικών («κύρια αγορά» ΠΟΠ μήλων Ζαγοράς 61% των αγοραστών του προϊόντος, φράουλας Αγρινίου 70%, πατάτας Κάτω Νευροκοπίου 59%).
    • κυριαρχία των σουπερμάρκετ εμφανίζεται σε σχέση με τις αγορές ΠΟΠ ελαιόλαδου (53% των αγοραστών του προϊόντος), ΠΟΠ τυριών (μανούρι 88%, γραβιέρα 88%), ελιών Καλαμάτας (78%), Κρητικών παξιμαδιών (68%), χυλοπιτών Λαμίας (52%), φάβας Σαντορίνης (41%), ελιών Αγρινίου (83%),
    • κυριαρχία από κοινού των καταστημάτων της γειτονιάς και των σουπερμάρκετ εμφανίζεται σε σχέση με τις αγορές κρασιού ΠΟΠ («κύρια αγορά» 59% και 41% των αγοραστών των προϊόντων αντίστοιχα).
    • κυριαρχία από κοινού των σουπερμάρκετ και των λαϊκών αγορών εμφανίζεται σε σχέση με τις αγορές για αυγοτάραχο Μεσολογγίου (57% και 43% των αγοραστών των προϊόντων αντίστοιχα), φασόλια Πρεσπών (41% και 44% αντίστοιχα), και κόκκινες πιπεριές Φλωρίνης (35% και 54% αντίστοιχα).

Τέλος, στα λοιπά τρόφιμα (5 προϊόντα):

    • αρωματικά φυτά αγοράζονται τόσο από σουπερμάρκετ όσο και από λαϊκές/κεντρικές αγορές (43% και 41% των αγοραστών τσαγιού του βουνού αντίστοιχα και 46% και 40% των αγοραστών ρίγανης αντίστοιχα)
    • λειτουργικά τρόφιμα αγοράζονται κυρίως σε σουπερμάρκετ (εμπλουτισμένο γάλα 73%, εμπλουτισμένος χυμός πορτοκαλιού 87% και αυγά με Ω-3 λιπαρά 60%)

Συμπερασματικά, φρούτα και λαχανικά, καθώς και τρόφιμα καθημερινής χρήσης (ψωμί, γάλα, τυρί φέτα) και κρεατικά είναι τα πιο συχνά αγοραζόμενα τρόφιμα σε πανελλήνιο επίπεδο. Συχνές αγορές, αν και σε πολύ μικρότερο επίπεδο από τα κοινά τρόφιμα, εμφανίζονται και για ορισμένα τρόφιμα ΠΟΠ ή παραδοσιακά συνηθισμένα στο Ελληνικό διαιτολόγιο (ελιές, μήλα, πιπεριές Φλωρίνης, πατάτες, ρίγανη, τσάι του βουνού κλπ.). Τα βιολογικά προϊόντα σε πανελλήνιο επίπεδο εμφανίζουν πολύ μικρότερες αγοραστικές συχνότητες, κι αυτές μόνο για προϊόντα που είναι η βιολογική εκδοχή των αντίστοιχα συχνά αγοραζόμενων συμβατικών (π.χ. βιολογικά λαχανικά και φρούτα).
Σε σχέση με τα κανάλια διανομής, στα συμβατικά τρόφιμα - κυρίως στα μεταποιημένα - παρατηρείται έντονη κυριαρχία των σούπερ μάρκετ για τα περισσότερα από αυτά. Παρόλα αυτά, η παρουσία της «μικρής» διανομής (κυρίως καταστήματα της γειτονιάς) είναι πολύ σημαντική σε ορισμένα προϊόντα, όπως τα κρασιά, τα νωπά ψάρια, το ψωμί, αλλά και τα κρεατικά και τα φρούτα και λαχανικά (μαζί με τις λαϊκές αγορές). Ανάλογα είναι και τα ευρήματα σε σχέση με τα προϊόντα ΠΟΠ, τα οποία ακολυθούν σε γενικές γραμμές το διαχωρισμό «τυποποιημένα από σούπερ μάρκετ και χύμα από μικρή διανομή ή/και λαϊκές αγορές». Αντίθετα, σε σχέση με τα βιολογικά τρόφιμα παρατηρείται ότι ο ρόλος των σουπερμάρκετ, αν και σημαντικός σε ορισμένα από αυτά - κυρίως μεταποιημένα βιολογικά τρόφιμα, δεν είναι κυρίαρχος, δεδομένης της καθυστερημένης εισόδου των σουπερμάρκετ στην διακίνηση βιολογικών τροφίμων και την παραδοσαική κυριαρχία - αν και φθίνουσα - των ειδικών καταστημάτων βιολογικών προϊόντων για πολλά βιολογικά προϊόντα (κυρίως νωπά, π.χ. φρούτα και λαχανικά). Αξίζει να τονιστεί εδώ ότι βιολογικά κρεατικά αγοράζονται σχεδόν εξίσου από όλα τα κανάλια μαζικής αλλά και «μικρής» διανομής (τα παραπάνω συμπεράσματα έχουν αξαχθεί μόνο από τους αγοραστές βιολογικών προϊόντων).


: Τα ποσοστά αγορών ανά κανάλι διανομής που ακολουθούν για τις κατηγορίες βιολογικά και ΠΟΠ αναφέρονται ως προς το σύνολο αυτών που αγοράζουν τα αντίστοιχα προϊόντα και ότι σε σχέση με το σύνολο του δείγματος.

 

II. Κριτήρια επιλογής τροφίμων

 

Τα σημαντικότερα κριτήρια αγοράς τροφίμων για τους Έλληνες καταναλωτές είναι όσα σχετίζονται με την ασφάλεια και φυσικότητα του τροφίμου, τη θρεπτική του αξία και προσφορά στην καλή κατάσταση της υγείας του καταναλωτή, την απόλαυση κατανάλωσης και την προσφορά στην καλή ψυχολογία του καταναλωτή. Αντίθετα, τα λιγότερο σημαντικά κριτήρια αγοράς τροφίμων βρέθηκε να είναι: ορισμένα ηθικής φύσεως χαρακτηριστικά, το να είναι βιολογικά, η εξοικείωση των καταναλωτών με το τρόφιμο, καθώς και μεμονωμένα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την υγεία, την καλή διάθεση και την εμφάνιση του τροφίμου.    

Στο ερώτημα που ζητά από τους συμμετέχοντες στην πανελλήνια έρευνα να αναφέρουν ελεύθερα τα 3 πιο σημαντικά γι' αυτούς κριτήρια επιλογής τροφίμων, διαπιστώνουμε πως αυτά που οι καταναλωτές αναφέρουν, διαφέρουν σημαντικά σε σχέση με αυτά που επιλέγονται ως σημαντικά από συγκεκριμένη λίστα. Έτσι, στην περίπτωση της ελεύθερης αναφοράς, τα σημαντικότερα κριτήρια επιλογής αγοράς τροφίμων είναι η γενικότερη ποιότητα, η φρεσκάδα, το κόστος αγοράς, η απουσία συντηρητικών, η ημερομηνία λήξης και η ελληνική προέλευση, ενώ στην περίπτωση επιλογής κριτηρίων από λίστα, το κόστος δεν εμφανίζεται ψηλά στη σημασία που του αποδίδουν οι καταναλωτές. Το αντίθετο συμβαίνει με το κριτήριο απόλαυσης της  κατανάλωσης. Με άλλα λόγια, οι έννοιες της ποιότητας και της φρεσκάδας στην αντίληψη των καταναλωτών εμπεριέχουν άλλα σημαντικά υπο-χαρακτηριστικά, όπως  η ασφάλεια, η φυσικότητα και η θρεπτική αξία.   

 

III. Δεδομένα γνώσης τοπικών προϊόντων ανά Νομό της έρευνας

 

Διερευνήθηκε επίσης σε πανελλήνιο επίπεδο η γνώση τοπικών προϊόντων των 8 Νομών της έρευνας. Καταδείχθηκε πολύ μικρός βαθμός γνώσης του καταναλωτικού κοινού, με εξαίρεση ορισμένες γενικές κατηγορίες αγροτικών προϊόντων όπως: (α) τα καπνά από τους Νομούς Ξάνθης, Αιτωλοακαρνανίας, Σερρών και Ροδόπης, (β) τα φρούτα από τους Νομούς Πέλλας και Πιερίας, (γ) οι ελιές και το ελαιόλαδο από το Νομό Φθιώτιδας και (δ) το βαμβάκι από το Νομό Καρδίτσας.

 

IV. Προθυμίας Πληρωμής και Γνώση για τα βιολογικά προϊόντα και τα προϊόντα ΠΟΠ

 

Η πλειοψηφία πανελλήνιου δείγματος της έρευνας καταναλωτή (σε ποσοστό 40,8% επί του συνόλου) θα πλήρωνε για την αγορά βιολογικών προϊόντων όχι περισσότερα από +10% επί της τιμής του αντίστοιχου συμβατικού τροφίμου. Εντούτοις, το ποσοστό αυτών που δεν δηλώνουν πρόθυμοι να πληρώσουν περισσότερα είναι εξίσου σημαντικό (40,3% του δείγματος). Από την άλλη μεριά, τιμές μεγαλύτερες από +10% επί της τιμής του συμβατικού θα ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν το 11,8% του δείγματος.
Αναφορικά με την προθυμία αγοράς προϊόντων ΠΟΠ, τα ποσοστά των απρόθυμων είναι μεγαλύτερα απ' ότι για τα βιολογικά τρόφιμα (47,8% του δείγματος). Ενώ, το 29,6% του δείγματος θα πλήρωνε μέχρι +10% επί της τιμής του αντίστοιχου συμβατικού τροφίμου και μόλις το 8,8% θα πλήρωνε τιμές μεγαλύτερες από +10%.

Συμπερασματικά, για τα βιολογικά προϊόντα εμφανίζεται ικανοποιητική (δεδηλωμένη) προθυμία πληρωμής, αν και όχι σε πολύ υψηλά επίπεδα πάνω από τη τιμή των κοινών τροφίμων. Αντίθετα, τα αντίστοιχα συμπεράσματα για τα προϊόντα ΠΟΠ δεν είναι εξίσου ενθαρυντικά. Είναι πιθανό οι περισσότεροι καταναλωτές να αντιλαμβάνονται τα τρόφιμα ΠΟΠ ως αντίστοιχα των κοινών, για την αγορά των οποίων δεν θεωρούν ότι θα έπρεπε να πληρώσουν κάτι παραπάνω από τη συνηθισμένη τιμη. Ακόμα επισημαίνεται πως η πραγματική γνώση των καταναλωτών για τα βιολογικά και τα προϊόντα ΠΟΠ, όπως εκφράζεται μέσω των ορισμών που δόθηκαν γύρω από τις δύο αυτές έννοιες, είναι σημαντικά μικρότερη από τη αρχικά δηλωμένη γνώση. Με άλλα λόγια, ενώ οι καταναλωτές νομίζουν ότι ξέρουν τι ακριβώς είναι τα βιολογικά προϊόντα, στην πραγματικότητα η γνώση τους δεν είναι πλήρης ή ακόμα και ορθή.  

 

top

 

B. ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ANA NOMO ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

 

Στη συνέχεια διεξάχθηκε έρευνα καταναλωτή στους Νομούς που αφορά το παρόν έργο, με συμμετοχή περίπου 100 νοικοκυριών (Αιτ/νία ν1=96, Φθιώτιδα ν2=104, Καρδίτσα ν3=105, Πιερία ν4=104, Πέλλα ν5= 104, Σέρρες ν6=104, Ροδόπη ν7=104, Ξάνθη ν8=105). Διαμορφώθηκε συνολικά δείγμα 721 νοικοκυριών από αστικές, ημιαστικές και αγροτικές περιοχές των Νομών αυτών, που θεωρείται ικανοποιητικό για την αντιπροσωπευτικότητα και πιστότητα των αποτελεσμάτων της έρευνας. Τα τεχνικά χαρακτηριστικά της έρευνας και το ερωτηματολόγιο που δημιουργήθηκε για τη συλλογή των δεδεμένων καθώς και ο τρόπος συλλογής των δεδομένων, είναι ίδια με αυτά που περιγράφηκαν στην αρχή σε σχέση με την πανελλήνια έρευνα.

Τα βασικότερα αποτελέσματα ανά φάση έρευνας και ανά τμήμα του ερωτηματολογίου, είναι:

 

I. Συχνότητα αγοράς τροφίμων

 

Οι Νομοί με τη συχνότερη εβομαδιαία κατανάλωση συμβατικών τροφίμων είναι:

  • οι Σέρρες (όλα τα κρεατικά - ιδιαίτερα χοιρινό και κοτόπουλο, τσιπούρα ιχυθοτροφίου, τομάτες, μαρούλια),
  • η Ροδόπη (μοσχάρι, μήλα, πορτοκάλια, σπαράγγια και - δευτερευόντως - ψωμί, τοματοπολτός, φέτα, μέλι και ζυμαρικά), 
  • η Φθιώτιδα (κατεψυγμένα ψάρια, ημίσκληρο τυρί, μέλι, αβγά και - δευτερευόντως - τομάτες, ελαιόλαδο, κρασί και σπαράγγια)
  • η Ξάνθη (γαύρος, παστεριωμένο γάλα, ψωμί και - δευτερευόντως - μοσχάρι, τομάτες, ημίσκληρο τυρί και μέλι) και
  • η Πέλλα (φέτα, αλλαντικά, ζυμαρικά και - δευτερευόντως - χοιρινό, κοτόπουλο, μαρούλι, ψωμί, εμφιαλωμένο νερό και μέλι).

¶ξια αναφοράς κατανάλωση βιολογικών τροφίμων (τουλάχιστον 1 φορά το μήνα) εμφανίζεται:

  • στην Αιτωλοακαρνανία (τομάτες - κυρίως, μαρούλι και πορτοκάλια) και
  • στην Πέλλα (κοτόπουλο, μήλα, πορτοκάλια).

Συνολικά, συχνότητες μηνιαίας κατανάλωσης βιολογικών τροφίμων ανά Νομό, από τουλάχιστον από 1% του δείγματος  ή μεγαλύτερο, εμφανίζονται στην Πέλλα (σε 8 από τα 15 βιολογικά τρόφιμα υπό εξέταση), στην Πιερία και στη Φθιώτιδα (σε 7 από 15) και στην Αιτωλοακαρνανία (σε 6 από 15).

Σε επίπεδο προϊόντων ΠΟΠ ή παραδοσιακών, οι υψηλότερες μηνιαίες συχνότητες κατανάλωσης εμφανίζονται για τρόφιμα που παράγονται στον ίδιο το Νομό (π.χ. αμνοερίφια Αιτ/νίας, ελιές Αγρινίου και φράουλες Αγρινίου στην Αιτωλοακαρνανία ή χυλοπίτες Λαμίας στη Φθιώτιδα) ή σε γειτονικούς Νομούς (π.χ. πατάτες Νευροκοπίου στη Ροδόπη ή μήλα Ζαγοράς στην Πιερία). Σημαντική δυναμική διανομής σε πολλούς Νομούς ταυτόχρονα φάινεται να υπάρχει για:

  • τις πιπεριές Φλωρίνης (σε όλους τους Νομούς, ειδικά σε Πιερία και Πέλλα)
  • το τσάι του βουνού και τη φρέσκια ρίγανη (σε όλους τους Νομούς, ειδικά σε Φθιώτιδα και Πιερία)
  • τις ελιές Καλαμάτας (σε 7 Νομούς, ειδικά σε Ξάνθη και Πιερία),
  • τα μήλα Ζαγοράς (σε 7 Νομούς, ειδικά σε Ξάνθη και Πιερία)
  • το μανούρι ΠΟΠ (σε 7 Νομούς, ειδικά σε Αιτ/νία και Φθιώτιδα)
  • τις πατάτες Νευροκοπίου (σε 7 Νομούς, ειδικά σε Ροδόπη και Ξάνθη), και
  • τα Κρητικά παξιμάδια (σε 6 Νομούς, ειδικά σε Ξάνθη και Φθιώτιδα)
Τέλος, νεωτεριστικά μεταποιημένα τρόφιμα (π.χ. λειτουργικά γάλατα, χυμοί και αβγά) δεν καταναλωνονται σε σημαντικές εβδομαδιαίες συχνότητες στην επαρχία, με μικρές εξαιρέσεις στην Καρδίτσα και στην Πιερία. Αντίθετα, έντονα μεταποιημένα αλλά συνηθισμένα τρόφιμα (π.χ. ψωμί τοστ σε φέτες) εμφανίζονται συχνά στο «καλάθι της νοικοκυράς» σε όλους τους Νομούς και ιδιαίτερα σε Φθιώτιδα και Πέλλα.

 

II. Κριτήρια επιλογής τροφίμων

 

Η μεγαλύτερη συνολική σημασία στα υπό εξέταση κριτήρια επιλογής τροφίμων δίνεται στην Αιτωλοακαρνανία (μέση τιμή = 5.93 στα 7) και την Πέλλα (5.84 / 7), ακολουθούμενες από την Πιερία, τη Ξάνθη, τη Φθιώτιδα και τη Ροδόπη. Η μικρότερη σημασία αποδίδεται στην Καρδίτσα (4.85 / 7) και στις Σέρρες (4.42 / 7).
Αναλυτικά ανά Νομό:
1. Στην Αιτωλοακαρνανία, αποδίδεται μεγαλύτερη σημασία στη φυσικότητα των τροφίμων, τα οργανοληπτικά τους χαρακτηριστικά και στο βαθμό εξοικείωσης των καταναλωτών με αυτά.
2. Στη Φθιώτιδα, αποδίδεται περίπου ίδια σημασία σε όλα τα υπό εξέταση κριτήρια αγοράς τροφίμων.
3. Στην Καρδίτσα, αποδίδεται μακράν η μεγαλύτερη σημασία στο κόστος αγοράς των τροφίμων.
4. Στην Πιερία, αποδίδεται μεγαλύτερη σημασία στη φυσικότητα των τροφίμων, το κόστος, τα οργανοληπτικά τους χαρακτηριστικά και στη συνεισφορά της κατανάλωσης στην καλή υγεία.
5. Στην Πέλλα, αποδίδεται μεγαλύτερη σημασία στη φυσικότητα των τροφίμων, τα οργανοληπτικά τους χαρακτηριστικά το κόστος αγοράς τους και στη συνεισφορά της κατανάλωσης στην καλή υγεία.
6. Στις Σέρρες, αποδίδεται περίπου ίδια σημασία σε όλα τα υπό εξέταση κριτήρια αγοράς τροφίμων.
7. Στη Ροδόπη αποδίδεται μεγαλύτερη σημασία στη φυσικότητα των τροφίμων.
8. Τέλος, στη Ξάνθη αποδίδεται μεγαλύτερη σημασία στη φυσικότητα των τροφίμων

Ανεξάρτητα από συγκεκριμένους Νομούς, σε επίπεδο ομάδων κριτηρίων, τη μεγαλύτερη σημασία για την επιλογή αγοράς τροφίμων στην ελληνική επαρχία φαίνεται να έχουν η φυσικότητα των τροφίμων (μέση τιμή = 5,75 στα 7) και το κόστος αγοράς τους (5,73 στα 7), ακολουθούμενα από τα οργανοληπτικά τους χαρακτηριστικά (5,47 στα 7), τη συνεισφορά της κατανάλωσης στην υγεία (5,38 στα 7), την εξοικείωση με το τρόφιμο (5,14 στα 7), την ευκολία αγοράς και κατανάλωσης (5,11 στα 7), τον ηθικό τρόπο παραγωγής (5,09 στα 7), το θερμιδικό περιεχόμενο (4,93 στα 7) και τη
συνεισφορά της κατανάλωσης στην καλή ψυχολογία (4,89 στα 7).

 

III. Δεδομένα Προθυμίας Πληρωμής και γνώσης για τα βιολογικά προϊόντα και τα προϊόντα ΠΟΠ

 

Σε σχέση με τη δαπάνη αγοράς τροφίμων:

  • στη Ροδόπη εμφανίζεται η μεγαλύτερη μηνιαία δαπάνη αγοράς τροφίμων, ενώ ακολουθεί η Πιερία.
  • στην Αιτωλοακαρνανία εμφανίζεται η μικρότερη μηνιαία δαπάνη αγοράς τροφίμων, ενώ ακολουθεί η Καρδίτσα και οι Σέρρες.
  • στη Ξάνθη, στην Φθιώτιδα και στην Πέλλα η μηνιαία δαπάνη αγοράς τροφίμων είναι ενδιάμεση.

Σε σχέση με την Προθυμία Πληρωμής (ΠΠ) για βιολογικά τρόφιμα:

  • στη Φθιώτιδα και στη Ροδόπη εμφανίζεται η μεγαλύτερη ΠΠ +20% ή περισσότερο, καθώς και συνολικά (78.9% και 63.5% των δειγμάτων των δύο Νομών αντίστοιχα εμφανίζονται πρόθυμοι να πληρώσουν τουλάχιστον +10%).
  • στην Πιερία και την Αιτωλοακαρνανία εμφανίζεται η μεγαλύτερη ΠΠ +10%, καθώς και η τρίτη και τέταρτη ΠΠ συνολικά (61.5% και 58.4% των δειγμάτων των δύο Νομών αντίστοιχα εμφανίζονται πρόθυμοι να πληρώσουν τουλάχιστον +10%).
  • στην Πέλλα και στις Σέρρες εμφανίζεται η μικρότερη ΠΠ, μαζί με την Καρδίτσα, όπου ένα σημαντικό ποσοστό ερωτώμενων δεν απάντησε.

Σε σχέση με την ΠΠ για ποιοτικά τρόφιμα (π.χ. ΠΟΠ):

  • στη Ροδόπη εμφανίζεται η μεγαλύτερη ΠΠ +20% ή περισσότερο, καθώς και συνολικά (47.2% του δείγματος εμφανίζονται πρόθυμοι να πληρώσουν τουλάχιστον +10%).
  • στη Φθιώτιδα και την Πιερία εμφανίζεται η μεγαλύτερη ΠΠ +10%, καθώς και η δεύτερη και τρίτη ΠΠ συνολικά (44.2% και 34.6% των δειγμάτων των δύο Νομών αντίστοιχα εμφανίζονται πρόθυμοι να πληρώσουν τουλάχιστον +10%).
  • στην Αιτωλοακαρνανία, στην Πέλλα και στις Σέρρες εμφανίζεται η μικρότερη ΠΠ.    
Το μεγαλύτερο ποσοστό δεδηλωμένης γνώσης για τα βιολογικά τρόφιμα εμφανίζεται στην Πέλλα, την Αιτωλοακαρνανία, την Πιερία και τη Φθιώτιδα, που είναι και οι Νομοί με την αξιολογότερη μηνιαία (τουλάχιστον) κατανάλωση βιολογικών τροφίμων, όπως είδαμε προηγούμενα. Ενώ, οι Σέρρες και - δευτερευόντως - η Ξάνθη, η Ροδόπη και η Καρδίτσα εμφανίζουν σημαντικά μικρότερη γνώση για τα βιολογικά τρόφιμα
Σε επίπεδο δεδηλωμένης γνώσης για τα τρόφιμα ΠΟΠ, σε απόλυτους αριθμούς αυτή είναι πολύ μικρότερη από την αντίστοιχη για τα βιολογικά προϊόντα. η μεγαλύτερη δεδηλωμένη γνώση εμφανίζεται σε Καρδίτσα, Πιερία και Αιτωλοακαρνανία.